Τα υμενόπτερα χωρίζονται σε οικογένειες κυριότερες από τις οποίες είναι οι μέλισσες και οι σφήκες. Στις πρώτες ανήκει η κοινή μέλισσα και ο «σκούρκος», στις δεύτερες οι κοινές σφήκες (υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη) και ο πολίστας (μικρή σφήκα που βρίσκεται συνήθως σε στέγες και σοφίτες και φτιάχνει φωλιά που μοιάζει από χαρτί). Τα δηλητήριά τους έχουν ορισμένα κοινά αλλεργιογόνα αλλά και κάποια άλλα που είναι ειδικά για κάθε οικογένεια – αν υπάρχουν δηλαδή στη μέλισσα δεν υπάρχουν στη σφήκα και το αντίστροφο. Εξαιτίας αυτών, ένας ασθενής μπορεί να είναι αλλεργικός μόνο στη μέλισσα, μόνο στη σφήκα ή και στα δύο. Γι’αυτό ιδιαίτερης σημασίας είναι ο με ακρίβεια προσδιορισμός του αίτιου της αλλεργίας.

Εδώ πρέπει να τονιστεί κάτι ιδιαίτερα σημαντικό που συχνά δημιουργεί σύγχυση και παρερμηνείες. Οι εξετάσεις που γίνονται για τη διερεύνηση της αλλεργίας δείχνουν αν ένας ασθενής είναι ευαισθητοποιημένος. Αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και αλλεργικός! Μπορεί δηλαδή όλα τα τεστ και οι εξετάσεις να «δείχνουν αλλεργία» αλλά τα τσιμπήματα να γίνονται ανεκτά χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα. Αυτό έχει την εξής σημαντική συνέπεια: οι εξετάσεις είναι απαραίτητες και εξαιρετικά χρήσιμες σε περίπτωση θετικού ιστορικού αντίδρασης, σε περίπτωση δηλαδή που έχει ήδη τσιμπηθεί κάποιος και έχει προκληθεί ορισμένου βαθμού αντίδραση. Αντίθετα, αν δεν υπάρχει ιστορικό τσιμπήματος ή αν αυτό προκάλεσε μόνο ήπια, τοπική αντίδραση, οι εξετάσεις μπορούν να γίνουν αλλά τα αποτελέσματά τους είναι αμφίβολης αξίας. Με άλλα λόγια, δυστυχώς στην παρούσα φάση, ο προληπτικός έλεγχος του πληθυσμού έχει χαμηλό βαθμό αξιοπιστίας.

Οι εξετάσεις που οδηγούν στην ορθή διάγνωση, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη είναι αιματολογικός έλεγχος που γίνεται σε ειδικά εργαστήρια. Πρόκειται για τα αποκαλούμενα RAST ή CAP τα οποία δείχνουν αν υπάρχουν ειδικά αντισώματα στο αίμα του ασθενούς καθώς και  ποιο δηλητήριο αυτά αναγνωρίζουν. Τα τελευταία χρόνια η έρευνα έχει προοδεύσει πολύ και οι αιματολογικές εξετάσεις μπορούν να διαχωρίσουν με μεγάλη ακρίβεια το «ένοχο» έντομο. Η δεύτερη κατηγορία εξετάσεων είναι τα δερματικά τεστ νυγμού και τα ενδοδερμικά τεστ. Αυτά επιβεβαιώνουν τα ευρήματα του αιματολογικού ελέγχου και επιπλέον δίνουν ένα μέτρο της βαρύτητας της αντίδρασης. Η ταυτόχρονη τέλεση και των δύο εξετάσεων είναι απαραίτητα καθώς δίνει τη μέγιστη δυνατή πληροφορία.

Δημήτρης Μήτσιας
Αλλεργιολόγος
Συνεργάτης Αλλεργιολογικής Μονάδας


Logo_f

Τηλ για το ραντεβού σας: 213 200 9160
Καθημερινά 08:00 - 15:00

Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών «Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού»

Ιατρική Σχολή Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Μονάδα Αλλεργιολογίας & Κλινικής Ανοσολογίας 2021. All rights reserved.