Η αλλεργική πρωκτοκολίτιδα είναι μια αρκετά συχνή αλλεργική νόσος της βρεφικής ηλικίας που χαρακτηρίζεται από παρουσία βλέννης και αίματος στις κενώσεις του βρέφους. Η σημαντική της ιδιαιτερότητα, σε σχέση με τις υπόλοιπες τροφικές αλλεργίες, είναι ότι ενοχοποιείται και το μητρικό γάλα καθώς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων παρουσιάζεται σε βρέφη τα οποία θηλάζουν αποκλειστικά (περίπου στο 60% των περιπτώσεων). Πιο συγκεκριμένα ο συνηθέστερος ένοχος είναι το αγελαδινό γάλα που καταναλώνει η μητέρα και το οποίο μέσω του θηλασμού περνά στο βρέφος. Το μητρικό γάλα, βέβαια, φαίνεται ότι «φιλτράρει» τα αλλεργιογόνα που προέρχονται από τη διατροφή της μητέρας και χάρη σε κάποιες ουσίες που έχει (προσταγλαδίνες, IgA, κ.ά.) κάνει πιο ήπια τα συμπτώματα. Στην περίπτωση της σίτισης με γάλα αγελάδας, δηλαδή, υπάρχει η αίσθηση ότι τα συμπτώματα είναι εντονότερα.
Όπως προαναφέρθηκε συνυφασμένη με την αλλεργική πρωκτοκολίτιδα είναι η ύπαρξη βλέννης και αίματος στα κόπρανα ενός κατά τα άλλα υγιέστατου παιδιού. Προσοχή όμως! Αίμα στις κενώσεις του παιδιού μπορεί να έχουμε και σε άλλες παθολογικές καταστάσεις (γαστρεντερίτιδες, ραγάδες, διαταραχές πήξης, εγκολεασμό). Έργο του αλλεργιολόγου είναι να εντοπίσει την κλινική εικόνα που είναι ύποπτη για αλλεργική πρωκτοκολίτιδα. Τονίζουμε ότι η διάγνωση είναι αποκλειστικά κλινική, χωρίς την ανάγκη χρήσης παρεμβατικών εξετάσεων (π.χ. κολονοσκόπηση). Το αίμα που βλέπουμε δεν είναι άφθονο αλλά σε μορφή γραμμών ή κηλίδων και προέρχεται από το ορθό. Απώλεια αίματος αυτής της μορφής, και μόνο αν παραταθεί για καιρό, μπορεί να οδηγήσει σε ήπια αναιμία. Σε λίγες περιπτώσεις το βρέφος φαίνεται να δυσανασχετεί κατά την αφόδευση. Διαρροΐκές κενώσεις, έντονες αναγωγές ή κακή πρόσληψη σωματικού βάρους παραπέμπουν σε άλλη, πιο εκτεταμένη, νόσο (π.χ. αλλεργική εντεροκολίτιδα). Συνήθως εκδηλώνεται στους πρώτους 3 μήνες ζωής (μέση ηλικία: 2 μηνών) και είναι εξαιρετικά καλοήθους πορείας: στις περισσότερες περιπτώσεις υφίεται κοντά στα πρώτα γενέθλια του παιδιού.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι πρόκειται για τροφική αλλεργία που δεν έχει IgE μηχανισμό, συνεπώς, εκτός των άτυπων μορφών, οι ειδικές RAST και οι δερματικές δοκιμασίες διά νυγμού είναι αρνητικές. Στην συντριπτική πλειοψηφία οφείλεται στις πρωτεΐνες του αγελαδινού γάλακτος (κυρίως στη β-λακτοσφαιρίνη). Σε λίγες εξαιρέσεις, υπεύθυνες μπορεί να είναι οι πρωτεΐνες του αυγού, του ψαριού και των σιτηρών. Όταν υπάρχει αποκλειστικός θηλασμός, ο αποκλεισμός των γαλακτοκομικών από τη διατροφή της μητέρας, στις περισσότερες περιπτώσεις, οδηγεί στη διακοπή των βλεννοαιματηρών κενώσεων μέσα σε 72 ώρες (μπορεί όμως μέχρι και 7ήμερο). Η μητέρα πρέπει να γνωρίζει ότι ακόμα και ίχνη γαλακτοκομικών μπορεί να οδηγήσουν στην υποτροπή αυτής της, κατά τα άλλα, καλοήθους νόσου. Το παραπάνω χαρακτηριστικό μερικές φορές καθιστά ψυχοφθόρα τη διαδικασία αποκλεισμού τροφών από τη δίαιτα της μητέρας – είναι όμως απαραίτητη για την ίαση του παιδιού. Στην περίπτωση που ο θηλασμός δεν είναι εφικτός, χορηγείται ειδικό υποαλλεργικό γάλα εκτενούς υδρόλυσης, ενώ σε λίγα περιστατικά θα χρειαστεί να δοθεί στοιχειακό γάλα.
Για το τέλος να τονίσουμε ότι, για να τεθεί οριστικά η διάγνωση της αλλεργικής πρωκτοκολίτιδας, θα πρέπει μετά από την ύφεση των συμπτωμάτων με τους χειρισμούς που περιγράψαμε, να υπάρξει σχετικά γρήγορη επανέκθεση στις υπεύθυνες πρωτεΐνες. Η αναπαραγωγή των συμπτωμάτων είναι καθοριστική για τη διάγνωση καθώς, σύμφωνα με νεότερες προσεγγίσεις, κάποιες από τις τυπικές βλεννοαιματηρές κενώσεις, μπορεί να οφείλονται σε διαταραχές της φυσιολογικής μικροβιακής χλωρίδας του εντέρου.
Δημήτρης Καραντουμάνης
Αλλεργιολόγος