Αναπνευστικές δοκιμασίες

Οι δοκιμασίες αναπνευστικής λειτουργίας είναι τα μέσα που, σε συνδυασμό με το ατομικό ιστορικό, τα συμπτώματα και την κλινική εξέταση, χρησιμοποιούνται στη διάγνωση νοσημάτων του αναπνευστικού μεταξύ των οποίων και το άσθμα. Ο John Hutchinson παρουσίασε το 1846 την πρώτη συσκευή σπιρομέτρησης. Τα σύγχρονα σπιρόμετρα αυτορυθμίζονται, δίνουν τη δυνατότητα ανίχνευσης τεχνικών λαθών και αποτυπώνουν τις εκπνευστικές προσπάθειες έχοντας ως αναφορά πολλαπλά πρότυπα. Κατά τη διάρκεια της σπιρομέτρησης ο εξεταζόμενος εκπνέει έχοντας κλειστή τη μύτη με ειδικό «μανταλάκι» τοποθετώντας σφιχτά τα χείλη γύρω από το επιστόμιο. Ο στόχος είναι η μέγιστη, απότομη και παρατεταμένη εκπνοή σε μια διαδικασία που επαναλαμβάνεται 3 φορές για μεγαλύτερη αξιοπιστία. Απαραίτητη είναι η επανάληψη της διαδικασίας μετά από βρογχοδιαστολή, ώστε να αξιολογηθεί ο βαθμός βελτίωσης (αντιστροφής) μετά τη λήψη του φαρμάκου. Αυτή η, ενδεχόμενη, αντιστροφή είναι και το βασικό κριτήριο στη διάγνωση του άσθματος. Η σπιρομέτρηση είναι εξαιρετικά χρήσιμο διαγνωστικό μέσο όχι μόνο στη διάγνωση αλλά και στην παρακολούθηση της πορείας των ασθενών με άσθμα καθώς και την απάντησή τους στη χορηγούμενη θεραπεία. Δυστυχώς τα πολύ μικρά παιδιά (ηλικίας μικρότερης των 7-8 ετών) συνεργάζονται δύσκολα και η σπιρομέτρηση για αυτά είναι δύσκολα εφαρμόσιμη.

 

Σημαντικές για τη διάγνωση και την εκτίμηση της βαρύτητας του άσθματος, καθώς και την παρακολούθηση του θεραπευτικού αποτελέσματος, είναι οι δοκιμασίες βρογχικής πρόκλησης. Αυτές διακρίνονται σε άμεσες (δοκιμασία μεταχολίνης) και έμμεσες (δοκιμασία μαννιτόλης και δοκιμασία άσκησης). Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συνεργασία του παιδιού και η δυνατότητα καλής εκπνευστική προσπάθειας. Πιο συγκεκριμένα, στις προκλήσεις χορηγούνται ουσίες που επάγουν βρογχική υπεραντιδραστικότητα είτε άμεσα (περίπτωση μεταχολίνης), είτε έμμεσα (σε ασθενείς ήδη ευαισθητοποιημένους, περίπτωση μαννιτόλης). Στόχος είναι ο προσδιορισμός της συγκέντρωσης των ουσιών που απαιτείται για να προκληθεί στένωση των βρόγχων – όσο μικρότερη είναι η συγκέντρωση αυτή τόσο πιο «ευαίσθητος» είναι ο οργανισμός. Κατά τη δοκιμασία άσκησης, ο ασθενής υποβάλεται σε άσκηση (τρέξιμο σε διάδρομο ή στατικό ποδήλατο) και ανιχνεύεται η επαγωγή συμπτωματολογίας συμβατής με άσθμα. Έτσι, ενισχύεται το ύποπτο κλινικό ιστορικό και βοηθείται ο ιατρός στον καθορισμό της κατάλληλης αγωγής, αυτής που θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής του ασθενούς του.

 

Σε αντίθεση με το σπιρόμετρο που βρίσκεται σε όλα τα αλλεργιολογικά ιατρεία, η συσκευή της ταλαντωσιμετρίας λόγω του υψηλού της κόστους και της πολύπλοκης τεχνικής, υπάρχει μόνο στα αναπνευστικά εργαστήρια των νοσοκομείων. Η ταλαντωσιμετρία εξυπηρετεί τους ίδιους διαγνωστικούς σκοπούς με τη σπιρομέτρηση αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι γίνεται με αξιοπιστία ακόμη και σε παιδιά μικρής ηλικίας, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, αδυνατούν να συνεργαστούν με τις έντονες και παρατεταμένες εκπνευστικές προσπάθειες που απαιτεί η κλασσική σπιρομέτρηση.

 

Η δοκιμασία του εκπνεόμενου μονοξειδίου του αζώτου (FeNO) αποτελεί μη επεμβατική μέθοδο διάγνωσης του αλλεργικού άσθματος και παρακολούθησης της ανταπόκρισης στη θεραπεία με εισπνεόμενα σκευάσματα. Πρόκειται για μέθοδο που δεν απαιτεί παρά ελάχιστη συνεργασία από τον ασθενή – αυτός καλείται να εκπνεύσει σε μία ειδική συσκευή για λίγα μόνο δευτερόλεπτα, γεγονός που καθιστά αυτή τη μέθοδο κατάλληλη ακόμα και για μικρές ηλικίες. Όσο μεγαλύτερη είναι η μέτρηση που προκύπτει, τόσο ενισχύεται το αλλεργικό υπόστρωμα του άσθματος.

 

Τέλος, πολύ χρήσιμη στη διάγνωση περίπλοκων περιπτώσεων αλλεργικής ρινίτιδας είναι η δοκιμασία ρινικής πρόκλησης. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε για τη διάγνωση της επαγγελματικής ρινίτιδας, αλλά πλέον αποτελεί μία ακόμη τεχνική για τη διαγνωστική προσπέλαση κάθε τύπου αλλεργικής ρινίτιδας. Κατά τη διάρκεια αυτής της δοκιμασίας χορηγούνται ενδορρινικά αεροαλλεργιογόνα (συχνότερα γύρεις, ακάρεα, επιθήλια ζώων) σε σταδιακά αυξανόμενες συγκεντρώσεις με σκοπό την επαγωγή κλινικών συμπτωμάτων ρινίτιδας. Τα συμπτώματα που αξιολογούνται και καταγράφεται η έντασή τους είναι η ρινική έκκριση και απόφραξη, οι πταρμοί και ο κνησμός (φαγούρα), ο οφθαλμικός κνησμός, η εμφάνιση επιπεφυκίτιδας. Πρόκειται για συμπτώματα ήπια, παροδικά, εύκολα ελεγχόμενα στο αλλεργιολογικό ιατρείο τα οποία, αν εμφανιστούν, επιβεβαιώνουν όχι μόνο το αλλεργικό υπόβαθρο αλλά ταυτοποιούν και το υπεύθυνο αλλεργιογόνο.

 

Συμπερασματικά, οι αναπνευστικές δοκιμασίες αποτελούν εξετάσεις αναντικατάστατες στα χέρια του αλλεργιολόγου για την ακριβή διάγνωση και παρακολούθηση των σχετικών νοσημάτων, είτε πρόκειται για πληθυσμό ενηλίκων, είτε – και ίσως περισσότερο – για παιδιά.

 

Σοφία Κοστούδη

Ειδικευόμενη Αλλεργιολογίας