Οξεία κνίδωση / Αγγειοοίδημα

Η κνίδωση είναι μια αλλεργία του δέρματος που εκδηλώνεται με χαρακτηριστικά εξανθήματα που ονομάζονται πομφοί (καντήλες ή πετάλες) και συνοδεύεται από έντονο κνησμό (φαγούρα). Ο όρος κνίδωση προέρχεται ετυμολογικά από την αρχαία λέξη «κνίδη» που σημαίνει τσουκνίδα. Οξεία κνίδωση ονομάζεται η κατάσταση που διαρκεί από λίγες ώρες έως και έξι εβδομάδες. Είναι αρκετά συχνή πάθηση, αφού υπολογίζεται ότι το 15-20% του γενικού πληθυσμού μπορεί να παρουσιάσει ένα επεισόδιο οξείας κνίδωσης κάποια στιγμή στη ζωή του.

Οι πομφοί έχουν χαρακτηριστική εμφάνιση δηλαδή ελαφρά ανασηκωμένο (πρησμένο) δέρμα, άλλοτε κυκλικό και άλλοτε με ασαφές σχήμα που μοιάζει με γεωγραφικό χάρτη. Είναι συνήθως ωχροί στο κέντρο και ερυθροί στην περιφέρεια αρχικά και στη συνέχεια ροζ και υποχωρούν αν τους ασκηθεί πίεση. Οι πομφοί έχουν μεταναστευτικό χαρακτήρα, δηλαδή εμφανίζονται σε σημεία του σώματος, μετά από λίγες ώρες εξαφανίζονται και επανεμφανίζονται σε άλλα σημεία.

Ενίοτε, η οξεία κνίδωση μπορεί να συνυπάρχει και με αγγειοοίδημα. Το αγγειοοίδημα είναι οίδημα (πρήξιμο) που εμφανίζεται στα μαλακά σημεία του δέρματος (βλέφαρα ματιών, χείλη, δάκτυλα χεριών ή ποδιών, γεννητικά όργανα). Το αγγειοοίδημα αποτελεί μια διαφορετική εκδήλωση της κνίδωσης που απλά αφορά σε βαθύτερες στοιβάδες του δέρματος. Σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, στο 50% των ασθενών εμφανίζεται κνίδωση μαζί με αγγειοοίδημα, στο 40% αποκλειστικά και μόνο κνίδωση, ενώ το 10% εμφανίζει μόνο αγγειοοίδημα. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι αγγειοοίδημα που συνυπάρχει με κνίδωση δεν οδηγεί σε απόφραξη των αεροφόρων οδών. Αντίθετα, το αγγειοοίδημα χωρίς κνίδωση χρήζει περαιτέρω ελέγχου.

Η οξεία κνίδωση, συνοδευόμενη ή όχι από αγγειοοίδημα, μπορεί  να προκύψει ως αποτέλεσμα αλλεργικής αντίδρασης ή από άλλα αίτια. Ως αποτέλεσμα αλλεργικής αντίδρασης προκύπτει σε άμεση χρονική συσχέτιση (από λίγα λεπτά μέχρι το πολύ 1-2 ώρες) από την επαφή του ασθενούς με:

  • Τροφές. Στην περίπτωση αυτή χρειάζεται προσοχή – η κνίδωση μπορεί να εξελιχθεί σε αναφυλαξία με συμμετοχή και άλλων συστημάτων, όπως του αναπνευστικού (πταρμοί, βήχας, συριγμός, δύσπνοια, ρινική καταρροή ή συμφόρηση, ερυθρότητα οφθαλμών), του γαστρεντερικού (κοιλιακό άλγος, ναυτία, έμετοι, διάρροιες) ή του καρδιαγγειακού συστήματος (πτώση της αρτηριακής πίεσης, απώλεια συνείδησης).
  • Φάρμακα. Κυριότερες ομάδες είναι τα αντιβιοτικά, η ασπιρίνη και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη.
  • Νυγμό (τσίμπημα) εντόμου (μέλισσας ή σφήκας).

Ωστόσο, και συνηθέστερα, οξεία κνίδωση μπορεί να προκληθεί από μη αλλεργικά αίτια. Οι ιογενείς λοιμώξεις του αναπνευστικού ή του γαστρεντερικού σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί δε από τις συχνότερες αιτίες επίσκεψης στα τμήματα επειγόντων περιστατικών.

Εργαστηριακή διερεύνηση δεν ενδείκνυται για ασθενείς με οξεία κνίδωση, αφού η διάγνωση είναι συνήθως κλινική.

Η θεραπεία της οξείας κνίδωσης/αγγειοοιδήματος συνίσταται σε:

  • Καταπολέμηση ή απομάκρυνση του αιτιολογικού ή εκλυτικού παράγοντα.
  • Στη χρήση αντιισταμινικών φαρμάκων.

Η χορήγηση κορτικοστεροειδών δεν αποτελεί θεραπεία πρώτης γραμμής, ενώ, αν δεν υπάρχει σαφής συσχέτιση με τροφικό αλλεργιογόνο, ο ασθενής δεν χρειάζεται να υποβληθεί σε ειδική δίαιτα. Τρόφιμα που θα πρέπει να περιορίζονται είναι εκείνα που περιέχουν, ή οδηγούν, σε παραγωγή ισταμίνης από τον οργανισμό όπως τα όξινα, τα επεξεργασμένα ή προσυσκευασμένα τρόφιμα κ.ά.


Μαρία Ψωμιάδου

Ειδικευόμενη Αλλεργιολογίας